- αυτονομιστής
- ο (θηλ. -ίστρια)αυτός που επιδιώκει με ειρηνικά ή δυναμικά μέσα την αυτονόμηση μιας περιοχής.[ΕΤΥΜΟΛ. < αυτόνομοςΑπόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. home ruler). Η λ. αυτονομισταί μαρτυρείται από το 1881 στην εφημερίδα Ώρα].
Dictionary of Greek. 2013.